- αμφικτιονικός
- -ή, -όαυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην αμφικτιονία: Στα αμφικτιονικά συνέδρια έπαιρναν μέρος οι αντιπρόσωποι των συνδεμένων σε αμφικτιονία πόλεων.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.